- στυφωνία
- στυφωνία, ἡ,= στοιχάς, Ps.-Dsc.3.26; but τυφωνία is prob., v. Apul. Herb.42.
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
στυφωνία — ἡ, Α πιθ. το φυτό στοιχάς*. [ΕΤΥΜΟΛ. Ο τ. πιθ. πρέπει να γραφεί τυφωνία] … Dictionary of Greek